Wednesday, November 7, 2007

Αρνούμαι



Ποναει το κεφαλι μου ανυποφορα
Ζαλιζομαι
Από το παραθυρο του λεωφορειου ,που διατρεχει αργοσυρτα την Αθηνων Πατρων, προσπαθω να τρυπησω το νεφος τα ουρανου που προμηνυει βροχη και χαλασμο κυριου.
Είναι ένα χλωμο φεγγαρι εκει πανω,κιτρινο και μικρο σαν κινεζακι,μοναδικο στολιδι των λιγων ωρων που απομενουν μεχρι να σκοτεινιασει οριστικα.
Παρακαλω για λιγο σκοταδι.
Παρακαλω να χωθω στην ανωνυμια του μεγαλου πληθους.
Παρακαλω να περασει ο χρονος που απομενει μεχρι να φτασουμε.
Παρακαλω να μη με περιμενει κανεις αυτή τη φορα
Κοιταζω γυρω μου τα προσωπα.
Κατι κοπελες με πολυχρωμα καπελα –καρναβαλι είναι αυτή την εποχη-,κατι μεσηλικες,κατι φανταροι με στολες,ψαχνω μια αστεια εκφραση να πιαστω για ν ασχολουμαι,δε βρισκω
Με τυρανναει ο δρομος.
Με τυρανναει το σωμα που κουβαλαω.
Με τυραννανε οι σκεψεις που δε μ αφηνουν σ ησυχια.
Εμεις πηγαινουμε μπροστα,ταξιδευουμε,παλαντζαρουμε δεξια-ζερβα,επιταχυνουμε,προσπερναμε,φρεναρουμε,κωπηλατουμε επιδεξια μεσα στον ορμητικο χειμαρρο που κατεβαζει τους λιωμενους παγους του χειμωνα.
Δε σταματαμε
Είναι αμειλικτο το ρολόι μας.
Δε συγχωρει
Εκεινοι καβαλα στο φεγγαρι τους μας κοιτανε αφ υψηλου να βιαζομαστε και ν αγχωνομαστε.
Να κανουμε μαρτυριο τις μερες που δανεικες μας δωθηκαν από την κοσμικη ουσια.
Κοιτανε,γελανε,γλεντουν με τις χαρες μας,κοροϊδευουν τις λυπες μας,χτυπουν το τζαμι της θεσης που κοιμαμαι και με ξυπνουν πειραχτικα
«Αποβιβαστειτε»
Καταμεσις της παλιας πλατειας του χωριου είναι στημενο το αναθεμα.
Ψιχαλιζει λιγακι και τα φωτα των προβολεων του , προσδιδουν μια εικονα ταινιας του ’40.
Ασπρομαυρες ληψεις,κλεφτες ποδηλατων,ερειπωμενα σκηνικα
Αγαπη εισαι μια ανοχειρωτη πολη
Αγαπη εισαι ενας πανυψηλος σαρκινος καρναβαλος με κοκκινα κραγιονια στραβοχυμενα από την υγρασια στο προσωπο σου
Αγαπη εισαι κρυμμενη ξανα μες τον καπνο και το ποτο των αλλων
Παρατα οι μασκαραδες,χαρουμενοι,πλακατζηδες,με παρασυρουν.
Εχει αναψει χορος για τα καλα,κεφι,κακο.
Εχω τα πραγματα στο χερι,θελω να ξαποστασω και χωνομαι σ ένα ταβερνακι με κατι φιλους.
Τρεχει κρασι.
Τρεχει χαρα από τα δυο βαρελια.
Καλα παιδια τα δυο βαρελια.
Καποτε πιστευα ότι σ αυτά κρατιεμαι και δε βουλιαζω.
Καποτε ημουν πολύ μικρος μου το χουν πει πολλες φορες.
Μα δεν πειραζει
«Στην υγεια σου»
Μη με φιλας
Μη με αγκαλιαζεις
Μη μου θυμιζεις
Παλι μπροστα απ ένα τζαμακι κοιτω στο δρομο.
Λουλουδια σωρος,κορδελες,σερπατινες.Ξεχνιεμαι κι εγω.Χορευω.Γελαω
Μη μου θυμιζεις
Παλι φευγω.
Παιρνω τα κλειδια και βαζω πρωτη.Δε μ ενδιαφερει αν γινεται χαμος.
Δεν ακουω,παρα τα γραναζια του κιβωτιου να μπλεκονται σε μια ερωτικη βραδια με γιορτινα τραγουδια.
Φευγω με φουρια ,με βιαση,με ιλιγγο.
Σπινιαρω τ αγροτικο,χαχαχαχαχα,νομιζουν πως θελω να κανω καμακι
Οι υαλοκαθαριστηρες δουλευουν τρελα,δεν κυκλοφορει κανενας σωος στον δρομο,τρυπαω την παχνη του καρναβαλιου και διακτινιζομαι χιλιομετρα εξω από τη στρατοσφαιρα,τρεχω ασταματητα
Και σταματω δυο μετρα από το φρεσκο χωμα
Εχουν ξεπλυνει το μαρμαρο σου δακρυα.
Μαζι μ αυτά ξεπλενουν και την ψυχη μου.
Θελω να κουβεντιασουμε λιγο.
Να μου πεις τη γνωμη σου για κατι δουλειες που αφησα στην Αθηνα,για μια κοπελα που γνωρισα στο ταβερνακι,για κατι μηχανοβιους που τσακωνομαι τα πρωινα,θελω να μου μιλησεις
Κοιτα με.
Στεκομαι στην πλατεια του χωριου,ολορθος,μπογιατισμενος με κραγιονια για να σε κανω να γελασεις.
Δε με βλεπεις?
Με λενε αγαπη,με λενε χαρα,με λενε ευτυχια, δε με αναγνωριζεις?
«Εγω ειμαι»
Μου λειπεις ρε καθικι το ξερεις?
Δεν προλαβα ποτε να σου το πω,το ξερεις?
Ναι,ειμαστε μεγαλοι ανθρωποι,αντρες ολακεροι λενε.
Κι εγω πιο αντρας απ ολους με μια πετρα σφηνωμενη στο στερνο,να παραμιλω βραδιατικα σ ένα καμμενο χωραφι,σημαδι στο δερμα της μανας γης.
Ειναι ετσι οι ωριμοι ανθρωποι αραγε?
Ειν ετσι οι δυνατοι κι αντρειωμενοι?
Ποιος ξερει να πει μια αληθεια αποψε το βραδυ?
Κανεις.
Αρνουμαι να φυγω χωρις εσενα
Αρνουμαι
«Κι εγω»

1 comment:

Anonymous said...

oraios