Tuesday, October 30, 2007

Ο έρωτας των 18 χρόνων, ο πρώτος έρωτας (Το κείμενο της Κλαίρης)



Σήμερα το πρωί, όπως κλασσικά ερχόμουν οδηγώντας στο γραφείο, κι όπως κλασσικά είχα ψυχολογία Schumacher και στα νύχια για μανούρα, σχεδόν κόντεψα να πατήσω έναν… Bart!!!! Αντί να τον προσπεράσω, έκοψα και πήγαινα σιγά – σιγά από πίσω του (η αλήθεια είναι ότι ψιλο-αγχώθηκε ο κυριούλης που τον οδηγούσε) και με πλημμύρισαν χιλιάδες αναμνήσεις.

Ο Bart ήταν το πρώτο μηχανάκι μου. Τι μάρκα, δεν θυμάμαι, δεν ξέρω, για την ακρίβεια δεν κατάλαβα ποτέ. Για μένα ήταν ο Bart!!! Δίχρονος, με συμπλέκτη, με λάδι στη βενζίνη και πολλά κιλά μπόχα από την εξάτμιση. Η πρώτη – πρώτη μου αγάπη, το καλοκαίρι εκείνο των 18 χρόνων. Σπάνια δικάβαλο! Από τρικάβαλο μέχρι τετρακάβαλο (όταν υφίστατο… ανάγκη μετακίνησης πληθυσμού). Κι εκείνο, το πρώτο καλοκαίρι της γνωριμίας μας, που είχαμε τον ενθουσιασμό του σφοδρού έρωτα μας, τον είχα πείσει ότι είναι κάτι μεταξύ Enduro και Jeep και αυτός δεν με απογοήτευσε ποτέ.

Το standard του ήταν το τρικάβαλο. Εγώ και οι δύο κολλητές μου. Ξυπνούσα το πρωί, του έλεγα δύο γλυκόλογα και ξεκινούσαμε. Ανεβαίναμε όλες πάνω, μπροστά στα πόδια μου στριμώχναμε σάκους με πετσέτες, αντηλιακά, ραδιοφωνάκι, ρακέτες, ψυγειάκι, τσιμπιδάκια, περιοδικά, βιβλία κτλ κτλ κτλ. Η τρίτη και τελευταία κατά σειρά φορούσε στην πλάτη έναν σάκο με ψάθες, άλλες πετσέτες, άλλα αντηλιακά κτλ, κτλ, κτλ. Στο πλάι, κατά μήκος μας, η μεσαία κρατούσε την ομπρέλα θαλάσσης! Και βουρ στις θάλασσες!!! Το θράσος μας δε ήταν τέτοιο, που περνούσαμε από την πλατεία (για να εφοδιαστούμε τσιγάρα, αναψυκτικά, νερά και τα σχετικά αναλώσιμα) και αν μας… κράζανε (σούργελο με ρόδες), επειδή ακριβώς αναπτύσσαμε… ιλιγγιώδεις ταχύτητες (της τάξεως των 20 χλμ), σταματάγαμε επιτόπου και κάναμε μανούρα (γλώσσα ροδάνι και οι τρεις). Και μετά ικανοποιημένες ξεκινούσαμε προς τις παραλίες τραγουδώντας (έξω φωνή κιόλας οι κακοφωνίξ) «Το σαραβαλάκι μου πόσο τ' αγαπάω!!! Στις ανηφοριές μουγκρίζει, στις κατηφοριές ρολάρει! Κι όταν βρει τον ίσιο δρόμο, περπατάει και γουργουρίζει!» (δεν το πιστεύω ότι το θυμάμαι!)

Ένα μεσημέρι είχαμε κανονίσει με τους αγαπημένους μας να πάμε όλοι μαζί για μπάνιο και μετά να συμφάγουμε στο σπίτι μου (οι γονείς μου έλειπαν στο χωριό). Οι γκόμενοι, μας έστησαν! Και οι τρεις!!! Τρελά νεύρα!!! Γυρίσαμε σπίτι και για να εκτονωθούμε, πήραμε από ένα κομμάτι χαρτί και σκιτσάραμε έκαστη τους αγαπημένους μας, σε όχι και τόσο.. ευπρεπή κατάσταση (είχαμε πολύ… ξεβράκωτη φαντασία, τι να πω!) και ευτυχισμένες και ικανοποιημένες από το κράξιμο και σουργέλιασμα που τους ρίξαμε πήραμε τον Bart και πήγαμε για μπύρες! Όταν επιστρέψαμε αργά το βράδυ κουρούμπελα, βρήκαμε τους γονείς μου στο σπίτι (επέστρεψαν εκτάκτως) και τον μπαμπά μου με ψιλογυαλισμένο μάτι (εχμ.. αυτός τις βρήκε πρώτος τις… ζωγραφιές μας).

Το θεϊκότερο όλων ήταν τα βράδια, που ετοιμαζόμασταν, στολιζόμασταν, βαφόμασταν, φτιάχναμε μαλλί και παίρναμε δρόμο. Και πάντα φτάναμε με ένα κολλημένο χαμόγελο (από το κρύο), μουτζούρα τα μάτια (από το κλάμα) και μαλλί όρθιο (από τον αέρα)!

Απίστευτες, ατελείωτες, νοσταλγικές ιστορίες από εκείνο το καλοκαίρι των 18 χρόνων παρέα πάντα με τον πρώτο μου έρωτα. Τον Bart!

Τώρα ο Bart βρίσκεται θαμμένος στα… θεμέλια του σπιτιού μου! Δεν άντεξε η καρδιά μου να τον πετάξω στα παλιοσίδερα. Τους πρώτους έρωτες εξάλλου δεν τους πετάς!

1 comment:

Xeras said...

Με συγκινησες βρε κερατα παλι,σε σημείο να θέλω να πάρω πίπα στον εαυτό μου