Thursday, October 6, 2011

Προπονητές στην Ελλάδα: Η «υποχρέωση της νίκης» θηλιά στο λαιμό της ουσίας


http://www.overlap.gr/?p=11485 (αναδημοσιεύω το κείμενο που ανέβηκε στο site)


Η χτεσινή επεισοδιακή απομάκρυνση του προπονητή της ΑΕΚ, Μανόλο Χιμένεθ, είναι άλλη μια περίπτωση εξιλαστήριου θύματος, που «την πληρώνει» στο βωμό μιας ευρύτερης αποτυχίας, στον ποδοσφαιρικό σχεδιασμό ενός Ελληνικού συλλόγου.

Όχι τυχαία, προβλήθηκε η διαπραγμάτευση για την αποζημίωση του Χιμένεθ, και αναδείχτηκε ως το μείζον θέμα των ημερών ( η ΑΕΚ «πεθαίνει» οικονομικά,  αδυνατώντας να πληρώσει -εδώ και μήνες- τους ποδοσφαιριστές, πόσο μάλλον τον τεχνικό που απολύει). Η έμφαση στην οικονομική διαχείριση, είναι ένα ακόμη άλλοθι, που χρησιμοποιείται τακτικά, από «εντεταλμένους» δημοσιογράφους, για να κρύψει σπουδαιότερα λάθη και συγκεκριμένες επιλογές της εκάστοτε διοίκησης.

Στην Ελλάδα συνηθίζουμε να κρίνουμε τους πάντες, με βάση την αποτελεσματικότητα τους, έχοντας αναπτύξει δικά μας πρωτότυπα και ιδιαίτερα κριτήρια που δε στηρίζονται πάντοτε σε μια λογική αλληλουχία επιχειρημάτων.
Για να μπορέσεις να είσαι δίκαιος και αντικειμενικός, υποτίθεται πως είναι απαραίτητο να έχεις τις συνθήκες και τα μέσα να αποδώσεις, όπως επιθυμείς. Αυτές είναι και οι βασικές αρχές που συμφωνούνται πριν τη συνεργασία με το τεχνικό επιτελείο, που αναλαμβάνει το σχεδιασμό μιας ομάδας βάση των υποχρεώσεων της. Αυτό εννοείται, όταν διαβάζουμε και ακούμε τη λέξη «στήριξη στις επιλογές του προπονητή».

Στην πραγματικότητα όμως, ουκ ολίγες φορές, έχουμε διαπιστώσει ότι τα λόγια είναι «αέρας κοπανιστός» και εκφέρονται περισσότερο για λόγους επικοινωνιακής πολιτικής, παρά για λόγους ουσίας. Η αμετροέπεια των παραγόντων, αλλά και η φτωχή ποδοσφαιρική κουλτούρα μεγάλης μερίδας των φιλάθλων, σε συνδυασμό με την παρουσία ακατάλληλων θεσμικών οργάνων σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, δημιουργούν προκαταβολικά, τεράστια πίεση στον προπονητή, χωρίς να εγγυώνται την απαραίτητη πίστωση χρόνου και πόρων για να «αυγατίσει» τη δουλειά του.

Παρότι γίνονται προσπάθειες να εργαστούν εγνωσμένης αξίας τεχνικοί στην Ελλάδα, οι οποίοι αφενός θα μεταφέρουν την τεχνογνωσία των προηγμένων πρωταθλημάτων στις εγχώριες διοργανώσεις και αφετέρου θα συσπειρώσουν λόγω ονόματος, τις υγιείς ποδοσφαιρικές δυνάμεις κάθε συλλόγου, γύρω τους, ώστε να δώσουν ώθηση και δυναμισμό, το τελικό αποτέλεσμα παραμένει μηδενικό. Άπειρα παραδείγματα έχουμε να καταθέσουμε. Οι πρόσφατες περιπτώσεις Κούπερ, Τεν Κάτε, Χιμένεθ, Βαλβέρδε (στην πρώτη του θητεία) είναι χαρακτηριστικές. Ο λόγος που «δεν πιάνουν» στη χώρα μας, οι ξένοι προπονητές, δεν είναι άλλος, από το ιδιότυπο ποδοσφαιρικό περιβάλλον που έχει καλλιεργηθεί στις συνειδήσεις των περισσοτέρων εξ ημών.

Ο εθισμός στη νίκη με κάθε κόστος, οι υπερβολικές προσδοκίες, η άγνοια βασικών ποδοσφαιρικών κανόνων και παιδείας, τα φτωχά και αλλοπρόσαλλα σχηματισμένα ροστερ, η έλλειψη ολοκληρωμένων προπονητικών εγκαταστάσεων και το εργομετρικό know how, είναι μόνο μερικές από τις αιτίες, που «με το καλημέρα», η δουλειά οποιουδήποτε (αληθινού) προπονητή υπονομεύεται. Άσχετα με τη φιλοσοφία (προπονητική σχολή) τις ιδέες του, η ανώμαλη προσγείωση στην Ελληνική πραγματικότητα είναι για όλους ανεξαιρέτως οδυνηρή, όταν τους ζητείται, με πενιχρά μέσα να κάνουν θαύματα. Τα οποία με ευκολία απαξιώνονται «την επόμενη» ανάλογα με τις διαθέσεις του «περίγυρου» κάθε ομάδας.


Ποδοσφαιρικά μιλώντας, είναι σχεδόν αδύνατο, να παρουσιαστεί το αποτέλεσμα της δουλειάς του τεχνικού επιτελείου, εντός μιας σεζόν, όταν νωρίτερα έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες μεταγραφών, προς τέρψη του κοινού και των ΜΜΕ. Όταν ηθελημένα αγνοείται η αληθινή αντιστοιχία μεταξύ ικανοτήτων του προπονητή και των δυνατοτήτων του συλλόγου και των ποδοσφαιριστών. Το παράδειγμα του Σάκη Τσιώλη είναι χαρακτηριστικό. Πέρσι στο Βόλο, χωρίς πίεση, μπόρεσε «σεμνά και ταπεινά» να παρουσιάσει έργο, και έγινε αντικείμενο θαυμασμού. Φέτος στον Άρη, σε τελείως διαφορετικές συνθήκες, γίνεται αντικείμενο αμφισβήτησης. Ναι είναι ο ίδιος άνθρωπος. Τα πάντα γύρω του όμως είναι καινούργια.

Είναι επίσης αδύνατο, να μεταμορφωθούν από τη μία μέρα στην άλλη, ποδοσφαιριστές διαφορετικής ποδοσφαιρικής κουλτούρας, σε σύνολο, με ίδιους στόχους, όταν δίνεται έμφαση στην ατομική απόδοση του καθενός (επιμένοντας στους χαρακτηρισμούς «ο νέος Μέσι») και όχι στην τακτική τους παιδεία και της λειτουργία τους εντός του συνόλου. Το ποδόσφαιρο είναι ομαδικό άθλημα. Παράδειγμα της νοοτροπίας αυτής, η απαξίωση της προσφοράς του Ριέρα στο παιχνίδι του Ολυμπιακού, σε ομαδικό επίπεδο, και η συνεχόμενη σύγκριση του με τον τελείως διαφορετικό ποδοσφαιρικά Τζόρτζεβιτς. Το ίδιο ακριβώς ίσχυε παλιότερα συγκρίνοντας το Ζιλμπέρτο Σίλβα (που βάφτισαν περιπατητή), με άλλα «βαρβάτα» αμυντικά χαφ του Ελληνικού πρωταθλήματος.

Καταλήγοντας καλό θα είναι να σκεφτούμε το θέμα και από την ανάποδη οπτική. Στην περίπτωση του Χιμένεθ, ποιος ζημιώθηκε στην πραγματικότητα. Ο ίδιος ή ο σύλλογος της ΑΕΚ? Δεν είναι δυνατόν να ζητάς επαγγελματική συμπεριφορά από ένα στέλεχος σου, όταν εσύ λειτουργείς με φιλοσοφία ερασιτέχνη. Ή όταν η σοβαρότητα σου εξαντλείται σε συνεντεύξεις τύπου και μνημόνια προς τις αρχές και τα μέσα ενημέρωσης, ενώ στην πραγματικότητα, από ουσία, έργα και γνώση του ποδοσφαίρου υστερείς.

Μερικές φορές, ο προπονητής γίνεται ο καθρέφτης της κατάστασης που επικρατεί μέσα σε μια ομάδα. Άλλες φορές, το υψηλό επίπεδο του κάθε σωματείου «αποβάλλει» όσους είναι ανίκανοι να αντιληφθούν ή να ανταποκριθούν στο μέγεθος και την ιστορία του. Απομένει στην κριτική ευχέρεια του κάθε φιλάθλου, να αποφασίσει ποια εκδοχή είναι καλύτερη, για την δική του ψυχική ισορροπία….

No comments: