Thursday, February 24, 2011

Λαϊκό τραγούδι και παραμύθια


Αφορμή πήρα από ένα καλαμπούρι και σκέφτηκα δυο-τρία πραγματάκια επί του θέματος, και θέλησα να σας τα πω και να τ ακούσω κι εγώ
Γιατί κάποιες έννοιες είναι διαχρονικές, και κάποιες αλλάζουν συνεχώς, μιας και είναι δεμένες με τις αλλαγές της ίδιας της κοινωνίας, του λαού, της ψυχολογίας και της αισθητικής που διαμοιράζεται ευρέως από τα μέσα και τα λοιπά εργαλεία διέγερσης των νευρικών μας απολήξεων
Κάποτε λαϊκό τραγούδι σήμαινε το μουσικό θέμα που αντιπροσωπεύει μια κοινωνική τάξη, συνήθως τη λεγόμενη "λαϊκή", δηλαδή όχι τη "λόγια" ή μορφωμένη ή εύπορη.
Τους απλούς ανθρώπους που συνήθως ήταν φτωχοί ή σε ανεκτά επίπεδα διαβίωσης, εργάτες, υπάλληλοι, τεχνίτες, και λοιπές κατηγορίες. Που διαβίωναν σε ορισμένες γειτονιές, σε ορισμένες συνοικίες που είχαν και την αντίστοιχη κουλτούρα της καθημερινότητας. Στα δικά μου μάτια, και τα δικά μου αυτιά, τέτοιες εικόνες υπάρχουν πια μόνο στις Ελληνικές ταινίες που όλοι αγαπήσαμε (εντάξει, όχι και όλοι)
Έτσι, με βάση όσα σκέφτηκα παραπάνω, λαϊκό τραγούδι είναι το ρεμπέτικο (ίσως στην περιθωριακή του έκφραση, αν περιθώριο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε εκείνες τις ομάδες που το μετέδωσαν στους Έλληνες, προερχόμενοι ως πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, και όσους ήταν οι "μάγκες" και τα "κουτσαβάκια" της εποχής, πριν το μεσοπόλεμο) δηλαδή τα Ελληνικά blues. Επίσης λαϊκό τραγούδι είναι οι φωνές του '50 και του '60 που όλοι γνωρίζουμε. Καζαντζίδης, Μπιθικώτσης, Διονυσίου, Μαρινέλλα, και τα σχετικά μπουζούκια.
Από τη δεκαετία του '70 και μετά, ο χώρος της λαϊκής διασκέδασης, που μέχρι τότε ήταν επίσης δεδομένος (ταβέρνες με όργανα, εστιατόρια με τραγουδιστές, καπηλειά κλπ) αρχίζει να αλλάζει. Γίνεται περισσότερο αστικός, μιας και η ίδια η Ελλάδα αρχίζει να γίνεται περισσότερο αστική με αποκορύφωμα τη μεταπολίτευση και τις αρχές του ΄80 που το γκλάμουρ, το κιτς, τα εφέ και οι υπερπαραγωγές τύπου καμπαρέ ή μπολερό, με πρωτοστάτη το Γιάννη Φλωρινιώτη και άλλους, γίνονται το "νέο" που αντικαθιστά σταδιακά τα παραδοσιακά μπουζούκια
Ο Έλληνας γνωρίζει το show, θέλει λάμψη και λούσα, θέλει ευρώπη και τζετ σετ, κι εκείνη την εποχή ο Αντρέας εισάγει την αλλαγή, που μεταφέρει χρήμα σε λαϊκότερα στρώματα, που μέχρι πρότινος ήταν νοικοκυριά περιορισμένων δυνατοτήτων.
Το δημόσιο και τα κλειστά επαγγέλματα ανθίζουν και μαζί με την κουλτούρα του μεγάλου αδερφού (το κράτος) το λαϊκό τραγούδι γίνεται πίστα, μπαλέτα, λουλούδια και σπασμένα πιάτα, επίδειξη πλούτου και νεοπλουτισμού, κοινωνική ανάγκη.
Ποια τα προβλήματα και οι στεναχώριες του Έλληνα του 1930? Η ένταξη στην κοινωνία ή η απόρριψη της, ο έρωτας και τα ναρκωτικά, τα προβλήματα με το σύστημα, η προσπάθεια του κοσμάκη να σηκώσει κεφάλι σε ένα περιβάλλον που καθημερινά αποδεικνυόταν ασταθές και επισφαλές.
Το 1950, η οικονομική ανέχεια, η φτώχεια, η μετανάστευση, οι αξίες του πτωχού πλην τίμιου εργάτη, σε αντίθεση με τον παραδοσιακά πλούσιο καβατζωμένο. Το 1980 ο Έλληνας ασχολείται με την καψούρα (όχι τον έρωτα), το σεξ (όχι την αγάπη), τον υλικό πλουτισμό και την ευμάρεια (όχι τον πόνο της μάνας), την αφθονία (και όχι τη στέρηση) και τη dolce vita (και όχι τα αποκαϊδια μιας βασανισμένης από πολέμους,εμφυλίους και εξεγέρσεις, κοινωνίας)
Σήμερα το λαϊκό τραγούδι είναι τα music halls που στριμώχνεσαι να ακούσεις παραγωγές που θυμίζουν διάφορα πράγματα, μιας και βουτάνε απ όλες τις μουσικές το κατιτίς τους. Είναι τα μεγαλομπουζούκια  με διάφορους ημίγυμνους τραγουδιστές απροσδιόριστης μουσικής ταυτότητας που σε διάφορους τόνους προκαλούν το κοινό να εκτονωθεί διονυσιακά. Είναι και τα τηλεοπτικά κανάλια που κάνουν διαγωνισμούς ταλέντων και το κοινό συμμετέχει ενεργά με την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία του (σάμπως και η eurovision κάτι τέτοιο δεν είναι?)
Και έρχομαι να σκεφτώ : Η μουσική μας είναι κομμάτι της ιστορίας μας, και η ιστορία μας κομμάτι της μουσικής μας. Τι ακριβώς ακούμε σήμερα? Τι είναι λαϊκό τραγούδι σήμερα?
Ίσως να είναι η μουσική που παίζουν οι μετανάστες στον Άγιο Παντελεήμονα, ίσως τα τραγούδια που σκαρφίζονται τα μικρά μαθητο-φοιτητο-ζιζάνια στις καταλήψεις και τις πορείες τους, ίσως είναι τα συνθήματα που ακούγονται στα γήπεδα. Ίσως πάλι να είναι τα ποπ χιτάκια που βάζει η Ναταλία Γερμανού, κι ακούνε στη διαπασών οι επιβάτες στο μετρό. Ίσως τέλοσπάντων, να είναι τα downloads, και το ίντερνετ, η μουσική που ακούμε στις καφετέριες και σιγοψιθυρίζουμε όταν επιστρέφουμε από τη δουλειά μας
Κατά τη γνώμη μου οι μεγάλες σκηνές δεν προσφέρουν λαϊκό τραγούδι, αλλά κιτς διασκέδαση, ασορτί με την αισθητική του σημερινού Έλληνα, που έχει τουρλουμπουκιάσει και σαλαμοποιήσει τα πάντα όλα, σε συσκευασία του ενός. Και έχει βαρυστομαχιάσει. Και θεωρεί επιβεβλημένο να χρυσοπληρώσει κι από πάνω. Γιατί είναι μια διαφορετική "εμπειρία", μια εναλλακτική θεατρική παράσταση συναισθηματικών εναλλαγών και νοητικών σκαμπανεβασμάτων. Όπως ακριβώς και η καθημερινότητα του
Δεν ξεγελιέμαι από την ιστορική διαδρομή της μουσικής του λαού. Δεν ξεγελιέμαι από το σημερινό της ξεπεσμό. Πάντοτε σημείο αναφοράς της ήταν το χρήμα και οι κοινωνικές τάξεις. Πάντοτε διαχωριζόταν από τις νότες, τη γλώσσα, το ύφος και τις ερμηνείες. Ακόμα και τα μουσικά όργανα που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή της. Ανέκαθεν χαρακτηριζόταν από το πάθος και τα σφάλματα των ανθρώπων, παρά τις επιτυχίες.
Η λαϊκή μουσική εμπεριέχει τη βυζαντινή εκκλησιαστική παράδοση στα γονίδια της, και ταυτόχρονα την εξορκίζει στο βωμό της δυτικότροπης αναγκαιότητας της να επιβιώσει.
Και πέρα απ όλα τ' άλλα, λαϊκή μουσική σημαίνει την ύπαρξη και τη ζωή των κατοίκων μιας πόλης, μιας χώρας, ενός ιστού, που περιγράφεται από μια πολιτιστική ταυτότητα συγκεκριμένη, αδρή και βαθιά ανθρωπιστική. Που έχει ρίζες βαθιές και τώρα πια, ταυτόσημες με την ψυχολογία μας
Το αληθινό λαϊκό τραγούδι λοιπόν, είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση, βιωματική και επίπονη, για να την ξεφτιλίζουμε εννοιολογικά, μέσω του γενικόλογου χαρακτηρισμού -ταμπέλα πασπαρτού- (ως δήθεν λαϊκό τραγούδι) του κάθε μουσικού είδους που εκπέμπουν τα ΜΜΕ, και οι καταναλωτές μπουκώνονται ταχύτατα, με άγχος και μανία
Κι ο λόγος που με ενοχλεί, να αποκαλείται ο κάθε αχταρμάς, ως "λαϊκός", είναι η αυθεντικότητα, που πηγάζει (η θα έπρεπε να πηγάζει) από τα ίδια τα συστατικά του γνωρίσματα, δηλαδή το λαό
Αναρωτηθείτε, ποιος σήμερα είναι ο Ελληνικός λαός, και θα καταλάβετε γιατί τσαντίζομαι από τα παραμύθια. Πάντως δεν είναι ούτε η μπέσα, ούτε η πάστρα, ούτε η αγνότητα, οι αξίες, η ανεμελιά και η καλή καρδιά. Δεν είναι ο πόνος του πεινασμένου, αλλά το ρέψιμο του χορτάτου. Δεν είναι ο έρωτας που μια τρυφερή ψυχή τραγουδά στο ταίρι της, αλλά η εκσπερμάτωση του αρωματισμένου γόη καταφερτζή, μέσα στο γυναικόμορφο δίποδο πλάσμα που φλερτάρει.
Δεν είναι Ελλάδα, αλλά κάτι από Ευρώπη, από Βαλκάνια, και....υπερπέραν.....μέσα στο μίξερ της προσφοράς και της ζήτησης.
Κι εμένα δε με αφορά, όπως ποτέ δε με αφορούσε. Γι αυτό απέχω, και προτιμώ να μην ακούω τίποτα, παρά να ακούω σαχλαμάρες
Κι αν και οι σαχλαμάρες, είναι δεκτές κάποιες στιγμές, τις άλλες, τις δικές μου, τις σημαντικές, προτιμώ να ακούω τα ίδια και τα ίδια παλιά τραγούδια που ακουμπάνε την ψυχή μου
Που θέλει να ζει στο άλλοτε, το παραμυθένιο, που όλοι οι άνθρωποι αγαπούσαν κι αγαπιόντουσταν χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς υλικά βοηθήματα
Τραγούδι θα πει ψυχή. Λαϊκό τραγούδι θα πει Ελληνική ψυχή.
Ελπίζω κάποτε να βρούμε κι απ τα δύο....

No comments: