εβαλε κρυο μπολικο χτες,κατι εντελως αναπαντεχο,οπως αναπαντεχη ηταν κι εκεινη η προσκληση για καφε
ειχα μαθημα μεχρι τις 8.10 αλλα-φυσικα-την κοπανησα ,σαν καλος μαθητης ετων 31
η προσεκτικη επιλογη των ρουχων μου,ενα διατρητο πρασινο μπλουζακι κι ενα κρανος γεματο αεραγωγους,απετρεψαν τις σκεψεις για ενα χαρουμενο απογευμα με θεα την παραλιακη,μιας και ηδη στη στροφη της κηφισιας το εσωτερικο μου θερμομετρο εδειχνε αλασκα και πιγκουινους
το παλιοπαπο με την πεσμενη συμπιεση λογω ελατηριων δουλευε υποδειγματικα φλερταροντας με το οριο των 80χαω,κι εγω σαν αιλουρος με λουμπαγκο λογω τεραστιου σαγκ στα τελειωμενα αμορτισερια,βαζω αλλη μια πινελια υψηλης οδηγικης αισθητικης παρεμβασης στους δρομους της πολης
ας περασω κι απο την τραπεζα να παρω κανα φραγκο,καφε θα πιουμε,να μην εχω να κερασω?
ετσι κι αλλιως το κινητο μου μπαταρια δεν εχει,αρα οσοι με κυνηγανε γιατι χρωσταω,απλα θα μεινουν απεξω απ το χορο για σημερα
η γλυκια αναμονη κατω απο το γραφειο της, συνοδεια παραδοσιακου τσιγαρου, τελειωσε μολις ξεπροβαλε ενα λαμπερο χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια εισοδο
-ωραια λεω,μπορει καφες,μπορει και ποτο-
κανει κρυο,μου λεει-το ξερω της λεω,σφιξου πανω μου να ζεσταθεις
κινηση μηδεν στο κεντρο,ραθυμα τα ταξι ψαχνουν πελατες,οι γκομενες με τα κινητα στα καμπριο κλεισανε τις κουκουλες,οι ενζενι απλωσανε αλλη μια στρωση ζελε στο ηδη λαδωμενο μαλλι,οι τουριστες κατακοκκινοι ασορτι με τα σορτσακια τους,η ακροπολη στη θεση της....μπααααα....συμπτωση θα ναι...τετοια ωραια μερα να πεφτει στα κεφαλια μας..και στις καρδιες μας
διασχιζω την αθηνα και βγαινω προς τα νοτια
καπου λεμε να καταληξουμε,καπου να ξαποστασουμε,ειμαστε ηδη ενα μισαωρο πανω στην παπια,ο κωλος μας εγινε παλι τσαλακωμενη χαρτοσακουλα,πρεπει να στρωσει,και παμε για φαγητο
τελικα το φαγητο για μια γυναικα αποτελει επιτομη της ανδρικης περιποιησης,και οσο καλυτερο το εστιατοριο,οσο πιο επιδεξιες οι υποκλισεις του μαιτρ,τοσο ανεβαινουν οι μετοχες του καθενος μας στα ματια της συνοδου του,ειδικα αν για επιδορπιο εχουμε κατι γλυκο αλλα με λιγα λιπαρα
δεν ηταν μια τετοια περισταση,καθε αλλοο μαιτρ ηταν γυναικα και η συνοδος μου προβληματισμενη
απλωνω το χοντροχερο μου,το ροζιασμενο απο τη μ.....,και της πιανω το λεπτεπιλεπτο λευκο και αρωματισμενο χερακι-τι εχεις μωρο μου (σάλια)?-τι σε απασχολει (διπλα σάλια)?-μπορεις να μου μιλησεις,ειμαι εδω για σενα (ξανα σάλια με δοση γευσης δηλητηριωδους μανιταριου)
-ξερεις,θελω να χωρισουμε
-...........-
το λογαριασμο παρακαλω
οτι ειχα αναλαβει 40 ευρω απο την τραπεζα και στην τσεπη επεστρεψαν τα 2
παλι καλα που δεν εμειναν 3,γρουσουζικος αριθμος για εναν ανδρα,οπως θα ξερετε κι εσεις
κι οχι μονο αυτο αλλα το φαγητο δεν ητανε καλο,οπως δεν ηταν καλη και η εξελιξη της κουβεντας
αλλα επειδη ο τζεντλεμαν ο σωστος παντοτε αυτος πληρωνει στο τελος,ειτε σε χρημα,ειτε σε αξιοπρεπεια,ειτε απλα σε ατυχια,αποφασισα να σφιξω τα δοντια και να την ακουσω
και ειχε δικιο σε πολλα
οσο περνουσε η ωρα τοσο τ αυτια κατεβαιναν πιο χαμηλα,το μετωπο το ιδιο,τα ματια βαραιναν,η διαθεση το ιδιο,καθολου ειλικρινες εκεινο το χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια πορτα πριν κανα δυωρο,καμμια δικαιολογια για timing,καμμια διεξοδος διαφυγης απο το γυναικειο λαϊκο δικαστηριο και το μαρτυριο του στοματος-ραπτομηχανη-τσεκουρι ακονισμενο
-ενταξει,σωστα τα λες,παμε να φυγουμε τωρα?
-παμε
το κρυο ακομα πιο τσουχτερο,δεν παλευεται,εστω κι αν το σπιτι της ειναι λιγα μερικα χιλιομετρα πιο περα
εκεινη κρυωνει περισσοτερο,εμ βεβαια,τοσες κρυαδες πεταξε πριν λιγο,καποια παγομηχανη θα λειτουργει κρυφα μες το μυαλο της,αρα εκδικηση για μενα να υποφερει λιγο,να νοιωσει το πετσι της λιγο απελπισια,λιγο χειμωνα,λιγο νοτια που ξυριζει τετοια ωρα στην παραλιακη
σφιγγεται πανω μου,φωναζει,με χτυπαει στην πλατη,με πιανει το φιλοτιμο,σταματαμε
βγαζω ενα t-shirt που εχω στο βαλιτσακι,της το δινω να χουχουλιασει λιγακι,και ξαναφευγουμε
τρωω αερα στο στηθος εχω ξυλιασει κι εγω αλλα δε σταματω να οδηγω κορδωμενος
κι εκεινη τυλιγμενη πισω μου,σ ενα κομματι σκληρη και αβολη σελα,μ εχει αγκαλιασει οπως ποτε δεν εκανε,οπως ποτε δεν θελησε
και το παπι ρολαρει βαριεστημενα στη βουλιαγμενης,τα αυτοκινητα περνουν ξυστα απο διπλα μου βρεχοντας με με νερα,κατι κοριτσια σε μια σταση περιμενουν το λεωφορειο,η πολη βασιλευει,βαζει τις πυτζαμες της για να ξυπνησει το αλλο πρωι χορτατη με ονειρακι εγω ευτυχισμενος,πολυ ευτυχισμενος,που εστω και στο τελος ζω μαζι της μια στιγμη στενης επαφης,αναγκης κι αλληλεξαρτησης,ετσι οπως παντα το φανταζομουν
το σπιτι της μια πολυκατοικια τεραστια βγαλεμενη μεσα απο βιβλιο του καφκα,και τα μαλλια της σαν τρικυμια στο καβοντορο,θελει να με αποχαιρετισει,να με καληνυχτισει μ ενα φιλι,δεν την αφηνω
κανει να βγαλει το μπλουζακι να μου το δωσει,δεν το δεχομαι-κρατα κατι δικο μου ρε συ ,λεω με ειρωνια-εχω και αλλα δικα σου,μου αντιγυριζει
δεν την παλευω τη φαση,σφιγγω τα δοντια,κανει και ψυχρα ισαμε δεκα βαθμους αγιαζι
χωριζουμε,ο καθενας τη ζωη του,το δρομο του,την επιλογη του ρε φιλε,ετσι οπως λενε σημερα οι ανθρωποι
ειμαστε οι επιλογες μας,σκατα και σαχλαμαρες,επιλογες δεν κανουνε οι ανθρωποι σημερα,απλα κρυβομαστε απο τον εαυτο μας,κοροιδευομαστε,λεμε ανεκδοτα ο ενας στον αλλον για να μην πληγωνομαστε,να μη χαιρομαστε πολυ και ενοχλουμε τους σοβαρους,να μη γινομαστε ακραιοι,ουτε πιεστικοι
να ειμαστε-πως το λενε-ευρωπαιοι,πολιτισμενοι και υπερηφανα αποτυχημενοι,καταραμενο κοσμοπολιταν
λιγο πιο κατω μενω απο βενζινη,ευτυχως εχει αντλια στα 200 μετρα και σπρωχνω,το κερασακι στην τουρτα
ανοιγω το καπακι-ποσο να ριξω ρε μεγαλε μεσα?κανω ετσι την τσεπη μου,βρισκω τα ψιλα-δυο ευρω ρε φιλε,τα ρεστα μου
μισογεμιζω το μοντενας,δινω και μια μιση μιζια,βαζω και φωτα,κουρσαρος τελικα,τρεκλιζοντας δεξια κι αριστερα μεχρι να βρω τη γνωριμη παλατζα,και φευγω φουριοζος απο το βενζιναδικο να παω σπιτι
ευτυχως απ ολη τη βραδια μου περισεψε και το διφραγκο αλλιως θα εμενα εδω ολη τη νυχτα
μηδεν στο ισολογισμο,μηδεν και στο συναισθημα
ειναι κατι τετοιες αδειες περιστασεις που μαλλον ο αντρας γινεται σοφοτερος,ξανα χαμενος πανω σ ενα διτροχο φιλαρακι να μετραει τη ζωη και τις σκεψεις του μ ενα χαρακακι μεγαλυτερο,πιο δυνατο,πιο ακαμπτο
δε βαριεσαι,ετσι κι αλλιως,μια συνηθεια ειναι κι αυτο,μια αποφαση
και μετα απο λιγο η ζωη θα ξαναπαρει το ρυθμο της
οπως γινεται παντα,και οπως γινεται παντα ολα θα ξεχαστουν κατω απο εναν ηλιο καυτο καλοκαιρινο,μεσα σε μια θαλασσα γλυκεια και αλμυρη μαζι,μεσα σε καποιο δασος με δεντρα ψηλα και σκιερα
φτανει που μεινανε εκεινα τα δυο ευρω-my 2 cents-για να συνεχισω το δρομο μου
ειχα μαθημα μεχρι τις 8.10 αλλα-φυσικα-την κοπανησα ,σαν καλος μαθητης ετων 31
η προσεκτικη επιλογη των ρουχων μου,ενα διατρητο πρασινο μπλουζακι κι ενα κρανος γεματο αεραγωγους,απετρεψαν τις σκεψεις για ενα χαρουμενο απογευμα με θεα την παραλιακη,μιας και ηδη στη στροφη της κηφισιας το εσωτερικο μου θερμομετρο εδειχνε αλασκα και πιγκουινους
το παλιοπαπο με την πεσμενη συμπιεση λογω ελατηριων δουλευε υποδειγματικα φλερταροντας με το οριο των 80χαω,κι εγω σαν αιλουρος με λουμπαγκο λογω τεραστιου σαγκ στα τελειωμενα αμορτισερια,βαζω αλλη μια πινελια υψηλης οδηγικης αισθητικης παρεμβασης στους δρομους της πολης
ας περασω κι απο την τραπεζα να παρω κανα φραγκο,καφε θα πιουμε,να μην εχω να κερασω?
ετσι κι αλλιως το κινητο μου μπαταρια δεν εχει,αρα οσοι με κυνηγανε γιατι χρωσταω,απλα θα μεινουν απεξω απ το χορο για σημερα
η γλυκια αναμονη κατω απο το γραφειο της, συνοδεια παραδοσιακου τσιγαρου, τελειωσε μολις ξεπροβαλε ενα λαμπερο χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια εισοδο
-ωραια λεω,μπορει καφες,μπορει και ποτο-
κανει κρυο,μου λεει-το ξερω της λεω,σφιξου πανω μου να ζεσταθεις
κινηση μηδεν στο κεντρο,ραθυμα τα ταξι ψαχνουν πελατες,οι γκομενες με τα κινητα στα καμπριο κλεισανε τις κουκουλες,οι ενζενι απλωσανε αλλη μια στρωση ζελε στο ηδη λαδωμενο μαλλι,οι τουριστες κατακοκκινοι ασορτι με τα σορτσακια τους,η ακροπολη στη θεση της....μπααααα....συμπτωση θα ναι...τετοια ωραια μερα να πεφτει στα κεφαλια μας..και στις καρδιες μας
διασχιζω την αθηνα και βγαινω προς τα νοτια
καπου λεμε να καταληξουμε,καπου να ξαποστασουμε,ειμαστε ηδη ενα μισαωρο πανω στην παπια,ο κωλος μας εγινε παλι τσαλακωμενη χαρτοσακουλα,πρεπει να στρωσει,και παμε για φαγητο
τελικα το φαγητο για μια γυναικα αποτελει επιτομη της ανδρικης περιποιησης,και οσο καλυτερο το εστιατοριο,οσο πιο επιδεξιες οι υποκλισεις του μαιτρ,τοσο ανεβαινουν οι μετοχες του καθενος μας στα ματια της συνοδου του,ειδικα αν για επιδορπιο εχουμε κατι γλυκο αλλα με λιγα λιπαρα
δεν ηταν μια τετοια περισταση,καθε αλλοο μαιτρ ηταν γυναικα και η συνοδος μου προβληματισμενη
απλωνω το χοντροχερο μου,το ροζιασμενο απο τη μ.....,και της πιανω το λεπτεπιλεπτο λευκο και αρωματισμενο χερακι-τι εχεις μωρο μου (σάλια)?-τι σε απασχολει (διπλα σάλια)?-μπορεις να μου μιλησεις,ειμαι εδω για σενα (ξανα σάλια με δοση γευσης δηλητηριωδους μανιταριου)
-ξερεις,θελω να χωρισουμε
-...........-
το λογαριασμο παρακαλω
οτι ειχα αναλαβει 40 ευρω απο την τραπεζα και στην τσεπη επεστρεψαν τα 2
παλι καλα που δεν εμειναν 3,γρουσουζικος αριθμος για εναν ανδρα,οπως θα ξερετε κι εσεις
κι οχι μονο αυτο αλλα το φαγητο δεν ητανε καλο,οπως δεν ηταν καλη και η εξελιξη της κουβεντας
αλλα επειδη ο τζεντλεμαν ο σωστος παντοτε αυτος πληρωνει στο τελος,ειτε σε χρημα,ειτε σε αξιοπρεπεια,ειτε απλα σε ατυχια,αποφασισα να σφιξω τα δοντια και να την ακουσω
και ειχε δικιο σε πολλα
οσο περνουσε η ωρα τοσο τ αυτια κατεβαιναν πιο χαμηλα,το μετωπο το ιδιο,τα ματια βαραιναν,η διαθεση το ιδιο,καθολου ειλικρινες εκεινο το χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια πορτα πριν κανα δυωρο,καμμια δικαιολογια για timing,καμμια διεξοδος διαφυγης απο το γυναικειο λαϊκο δικαστηριο και το μαρτυριο του στοματος-ραπτομηχανη-τσεκουρι ακονισμενο
-ενταξει,σωστα τα λες,παμε να φυγουμε τωρα?
-παμε
το κρυο ακομα πιο τσουχτερο,δεν παλευεται,εστω κι αν το σπιτι της ειναι λιγα μερικα χιλιομετρα πιο περα
εκεινη κρυωνει περισσοτερο,εμ βεβαια,τοσες κρυαδες πεταξε πριν λιγο,καποια παγομηχανη θα λειτουργει κρυφα μες το μυαλο της,αρα εκδικηση για μενα να υποφερει λιγο,να νοιωσει το πετσι της λιγο απελπισια,λιγο χειμωνα,λιγο νοτια που ξυριζει τετοια ωρα στην παραλιακη
σφιγγεται πανω μου,φωναζει,με χτυπαει στην πλατη,με πιανει το φιλοτιμο,σταματαμε
βγαζω ενα t-shirt που εχω στο βαλιτσακι,της το δινω να χουχουλιασει λιγακι,και ξαναφευγουμε
τρωω αερα στο στηθος εχω ξυλιασει κι εγω αλλα δε σταματω να οδηγω κορδωμενος
κι εκεινη τυλιγμενη πισω μου,σ ενα κομματι σκληρη και αβολη σελα,μ εχει αγκαλιασει οπως ποτε δεν εκανε,οπως ποτε δεν θελησε
και το παπι ρολαρει βαριεστημενα στη βουλιαγμενης,τα αυτοκινητα περνουν ξυστα απο διπλα μου βρεχοντας με με νερα,κατι κοριτσια σε μια σταση περιμενουν το λεωφορειο,η πολη βασιλευει,βαζει τις πυτζαμες της για να ξυπνησει το αλλο πρωι χορτατη με ονειρακι εγω ευτυχισμενος,πολυ ευτυχισμενος,που εστω και στο τελος ζω μαζι της μια στιγμη στενης επαφης,αναγκης κι αλληλεξαρτησης,ετσι οπως παντα το φανταζομουν
το σπιτι της μια πολυκατοικια τεραστια βγαλεμενη μεσα απο βιβλιο του καφκα,και τα μαλλια της σαν τρικυμια στο καβοντορο,θελει να με αποχαιρετισει,να με καληνυχτισει μ ενα φιλι,δεν την αφηνω
κανει να βγαλει το μπλουζακι να μου το δωσει,δεν το δεχομαι-κρατα κατι δικο μου ρε συ ,λεω με ειρωνια-εχω και αλλα δικα σου,μου αντιγυριζει
δεν την παλευω τη φαση,σφιγγω τα δοντια,κανει και ψυχρα ισαμε δεκα βαθμους αγιαζι
χωριζουμε,ο καθενας τη ζωη του,το δρομο του,την επιλογη του ρε φιλε,ετσι οπως λενε σημερα οι ανθρωποι
ειμαστε οι επιλογες μας,σκατα και σαχλαμαρες,επιλογες δεν κανουνε οι ανθρωποι σημερα,απλα κρυβομαστε απο τον εαυτο μας,κοροιδευομαστε,λεμε ανεκδοτα ο ενας στον αλλον για να μην πληγωνομαστε,να μη χαιρομαστε πολυ και ενοχλουμε τους σοβαρους,να μη γινομαστε ακραιοι,ουτε πιεστικοι
να ειμαστε-πως το λενε-ευρωπαιοι,πολιτισμενοι και υπερηφανα αποτυχημενοι,καταραμενο κοσμοπολιταν
λιγο πιο κατω μενω απο βενζινη,ευτυχως εχει αντλια στα 200 μετρα και σπρωχνω,το κερασακι στην τουρτα
ανοιγω το καπακι-ποσο να ριξω ρε μεγαλε μεσα?κανω ετσι την τσεπη μου,βρισκω τα ψιλα-δυο ευρω ρε φιλε,τα ρεστα μου
μισογεμιζω το μοντενας,δινω και μια μιση μιζια,βαζω και φωτα,κουρσαρος τελικα,τρεκλιζοντας δεξια κι αριστερα μεχρι να βρω τη γνωριμη παλατζα,και φευγω φουριοζος απο το βενζιναδικο να παω σπιτι
ευτυχως απ ολη τη βραδια μου περισεψε και το διφραγκο αλλιως θα εμενα εδω ολη τη νυχτα
μηδεν στο ισολογισμο,μηδεν και στο συναισθημα
ειναι κατι τετοιες αδειες περιστασεις που μαλλον ο αντρας γινεται σοφοτερος,ξανα χαμενος πανω σ ενα διτροχο φιλαρακι να μετραει τη ζωη και τις σκεψεις του μ ενα χαρακακι μεγαλυτερο,πιο δυνατο,πιο ακαμπτο
δε βαριεσαι,ετσι κι αλλιως,μια συνηθεια ειναι κι αυτο,μια αποφαση
και μετα απο λιγο η ζωη θα ξαναπαρει το ρυθμο της
οπως γινεται παντα,και οπως γινεται παντα ολα θα ξεχαστουν κατω απο εναν ηλιο καυτο καλοκαιρινο,μεσα σε μια θαλασσα γλυκεια και αλμυρη μαζι,μεσα σε καποιο δασος με δεντρα ψηλα και σκιερα
φτανει που μεινανε εκεινα τα δυο ευρω-my 2 cents-για να συνεχισω το δρομο μου
No comments:
Post a Comment