Thursday, September 11, 2008

Κάποιος θά 'πρεπε


Θα πρεπε κάποιος να πεί την αλήθεια στους ανθρώπους, πως όταν γεννιούνται έρχονται απο τον παράδεισο στην κόλαση.
Και πως όταν είναι μωρά έχουν την ευκαιρία να περάσουν μιά τέλεια αληθινά συναισθηματική ζωή, γεμάτη όμορφα παραμύθια,ελπίδα και όνειρα και μια τεράστια μυρωδάτη αγκαλιά απο τη μαμά τους να τα νανουρίζει όποτε αισθάνονται τη νύχτα να πέφτει βαριά στο κεφαλάκι τους.
Θα πρεπε στα σχολεία να λένε στους ανθρώπους ότι όσο μεγαλώνουν θα συναντούν την ασχήμια, τη μιζέρια και τη ματαιοδοξία, ότι οι συνάνθρωποι τους απο μικρά αθώα μωρά θα γίνουν τεράστιοι πράσινοι κροκόδειλοι με σουβλερά δόντια και άσχημες ανάσες, που θα καραδοκούν σε κάθε ευκαιρία να κάνουν κακό και να αναπαράγουν το κακό.
Και θά πρεπε όλοι οι πολιτικοί και οι αρχηγοί του κόσμου να βγούν στη δημόσια τηλεόραση και να παραδεχτούν ότι σχεδιάζουν ένα χειρότερο, πιό επώδυνο και αναξιοπρεπές μέλλον για όλους εμάς, τους ταπεινούς, τους μικρούς και ανίσχυρους.
Και πως αντί να πηγαίνουμε προς το καλύτερο, πηγαίνουμε κατα διαόλου, και μαζοχιστικά το ευχαριστιόμαστε, να τρώμε ο ένας τη σάρκα, την ψυχή ,τις σκέψεις και τα συναισθήματα του άλλου.
Και ότι οι άνθρωποι επιλέγουν πάντοτε το χειρότερο γιατί είναι ανάξιοι για το καλύτερο, για το ομορφότερο, το πιό σωστό.
Γιατί η μοίρα μας είναι προκαθορισμένη στα γονίδια μας κι εμείς είμαστε ανίκανοι να ορίσουμε μία καλύτερη μοίρα για τον εαυτό μας και τους κοντινούς μας ανθρώπους.
Και αντί να διαβάζουμε το ευαγγέλιο και τα ευχάριστα και αισιόδοξα βιβλία και να ακούμε τα χαρούμενα τραγόυδια και τις ευχάριστες θεατρικές παραστάσεις και να γελάμε ο ένας στον άλλο και να αγκαλιαζόμαστε και να κάνουμε έρωτα και να λέμε "σ αγαπω" , θά πρεπε να περιφερόμαστε ντυμένοι το ένδυμα της πραγματικότητας, της αβάσταχτης μολυβένιας καθημερινότητας , με μούτρα χαρακωμένα απο τις κακουχίες, το ξενύχτι και το κλάμα, και να κλεινόμαστε στα σπίτια μας σιωπηλοί μέρες ολόκληρες χωρίς φαγητό και χωρίς νερό, χωρίς ένα τσιγάρο παρηγοριάς, χωρίς ελπίδα.
Και θά πρεπε κάποιος να μας δηλώσει με τη μεγαλύτερη σαφήνεια ότι η ελπίδα, η αγάπη, η ευτυχία και όλες οι άλλες λέξεις που κουδουνίζουν στα ευαίσθητα αυτιά μας, πως είναι όλα ψέματα, απατηλές υποσχέσεις, ανακρίβειες, υποκρισία, επιτήδευση και ανασφάλεια, εμπορικά σήματα και χάρτινες ανάγκες.
Και κάποιος -ένας τυχαίος θα ήταν- θα έπρεπε να γράψει σε κάθε τοίχο ότι οι πιθανότητες να πάνε όλα καλά είναι λιγότερες απο το να πάνε όλα άσχημα, και ότι γερνάμε και γινόμαστε κακοί και μισαλλόδοξοι, αχόρταγοι, εγωιστές, βιτσιόζοι, μαλάκες, ξεροκέφαλοι, χοντροί και μετριότεροι, πιό απαιτητικοί και πιό ανίκανοι, την ώρα που βλέπουμε το καντήλι της ζωής μας να αδειάζει, το χρόνο να τελειώνει και τις ευκαιρίες να καταστρέφονται αντί να ξεφυτρώνουν οι καινούργιες...

Και θά θελα να ήμουν εγώ αυτός, αλλα δεν είμαι, δεν είμαι κάτι παραπάνω απο εσάς, απο αυτά που είμαι παραπάνω, αλλά είμαι βέβαιος πως κάπου θα υπάρχει κάποιος τόσο δυνατός και τόσο αθώος, ένας ήρωας που διάλεξε να είναι, να καταγγείλει όλους εμάς, να μας θυμησει πως του γαμάμε τη ζωή, την υπαρξη του.

Γιατί αν κάποιος υπήρχε να πεί όλα αυτά, ίσως τελειώναν οι δικαιολογίες.

Γιατί αν κάποιος υπήρχε να πεί όλα αυτά, ίσως υπήρχε αληθινή ελπίδα, κάτι ν αλλάξει.

1 comment:

lia said...

Μαρκουλίνο ποιος σε πείραξε και έγραψες αυτές τις κατήφειες τα ξημερώματα κιολας?
πάντως η γραφή σου έχει βελτιωθεί πολύ.Μπράβο