Εδώ και μέρες κλωθογυρίζω στο μυαλό μου σκέψεις και κείμενα που θέλω να γράψω.
Κάποτε αυτή η καθημερινότητα έβαζε την αναρχία του νου σε μια σειρά, ιεραρχούσε και τακτοποιούσε ατάκτως ερριμμένες πληροφορίες και έδινε τον τόνο των συζητήσεων με φίλους και αγαπημένους.
Ερχόμενοι σε μια ξένη χώρα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η απόσταση από την Ελληνική πραγματικότητα είναι λυτρωτική αλλά και επίπονη ταυτόχρονα. Λυτρωτική γιατί η μέγγενη του άγχους της επιβίωσης δεν είναι καταπάνω στο δέρμα του λαιμού σου. Επίπονη γιατί χάνεις τον παλμό των γεγονότων, έτσι όπως τα βιώνει ο μέσος άνθρωπος αναπνέοντας τον αέρα της πατρίδας του.
Στο τέλος ίσως γίνεσαι πιο σοφός παρατηρώντας τα πράγματα από μια απόσταση, ίσως όμως να γίνεσαι και περισσότερο αδιάφορος. Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντίθετες συναισθηματικές καταστάσεις δράττομαι της ευκαιρίας να παραθέσω μερικές λέξεις στον ηλεκτρονικό καμβά.
Θα ήθελα πάρα πολύ να έχω ένα αισιόδοξο μήνυμα για την Ελλάδα, όμως αυτή τη στιγμή ζούμε το κλείσιμο, την επιτομή, το τέλος και το αδιέξοδο που ακολουθεί τον επίλογο της εποχής της μεταπολίτευσης. Μιας εποχής που σηματοδότησε την είσοδο της χώρας στην τροχιά του εκσυγχρονισμού και των δημοκρατικών ελευθεριών για τον ελληνικό λαό με ένα ρυθμό και μια ένταση που δεν είχαν προηγούμενο. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η ολοκλήρωση της περιόδου αυτής που ξεκίνησε χοντρικά μετά το 1974 και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφερε μια πρωτόγνωρη κρίση για το κράτος, την κοινωνία και κάθε έκφανση του δημόσιου λόγου και των δημόσιων γεγονότων. Η κρίση αυτή ενώ χαρακτηρίστηκε οικονομική, είναι ξεκάθαρο ότι είναι κρίση πολιτισμού και κουλτούρας, κάτι που πολλοί είχαν επισημάνει από πολύ νωρίτερα, όταν η άλλοτε "μικρή αλλά υπερήφανη Ελλάς" έδειχνε να έχει φανερά εκτροχιαστεί σε σφαίρες υπερκατανάλωσης και αλλοτρίωσης στο προσκήνιο, ενώ στο παρασκήνιο τεράστια σκάνδαλα εξελίσονταν -σκάνδαλα που δυστυχώς ενέπλεκαν και εθνικές στρατηγικές εκτός από προσωπικές πολιτικές ατζέντες.
Είθισται στις εποχές της παρακμής να αποκαλύπτεται η πραγματική ποιότητα και ο χαρακτήρας των ανθρώπων, των θεσμών και του πολιτισμού μιας κοινωνίας. Την απάντηση για το τι είδαμε και βλέπουμε στην Ελλάδα της παρακμής, την έχει ο καθένας ξεχωριστά στο μυαλό του, ο ίδιος. Δε χρειάζεται εγώ να προσθέσω τίποτα στον ατομικό και προσωπικό εφιάλτη του κάθε Έλληνα. Το πως βιώνουμε και επιβιώνουμε και προσπαθούμε να ελπίσουμε για το καλύτερο αύριο, είναι ο αγώνας μας ενάντια στη σήψη και τη λήθη, την ώρα που όσα ξέραμε έχουν ολότερα αναποδογυρίσει και το άσπρο γίνεται μαύρο. Όμως ακόμα και αυτός ο πόνος είναι πρόσκαιρος, και αυτό το μήνυμα έχω να στείλω σήμερα με τις ταπεινές αυτές γραμμές που συνθέτω στο πληκτρολόγιο. Ο πόνος και οι ωδίνες θα περάσουν, διότι θέλοντας και μη, κάτι καινούργιο θα έρθει να αντικαταστήσει τα όσα παρήλθαν.
Τι με κάνει αισιόδοξο? Το γεγονός ότι κόντρα στις προσπάθειες πολλών, αλλά και στα λεγόμενα ακόμα περισσότερων, η Ελλάδα δεν έχει χρεοκοπήσει, ούτε έχει καταρρεύσει. Είναι απόφαση της Ευρώπης, να μην αφήσουν την Ελλάδα να γίνει ο δούρειος ίππος που θα εκπορθήσει τη συνοχή της Ευρωζώνης, όπως πολλοί θέλησαν και θέλουν -άνθρωποι προερχόμενοι από όλες τις πολιτικές παρατάξεις του συνταγματικού τόξου. Αισιόδοξο με κάνει επίσης ο Αλέξης Τσίπρας ως πολιτικός. Έχει καταφέρει παρόλα τα ελαττώματα του και την πολιτική του προέλευση από ένα κόμμα ακραίων, φανατικών και μισαλλόδοξων παλαιοπασόκων και αλλοφρόνων ψευτοαριστερών επαναστατών της πλάκας, να κρατήσει ένα αρραγές κυβερνητικό μέτωπο προσηλωμένο στην πραγματωση των -έστω- προσωπικών του φιλοδοξιών. Αυτό εξυπηρετεί προς το παρόν την δημοφιλία του, άμεση συνάρτηση της οποίας είναι η δέσμευση του για λύση εντός Ευρώ και Ευρωζώνης.
Αισιόδοξο επίσης με κάνει το γεγονός ότι, παρότι επικρατεί μπάχαλο, θέλοντας και μη οδεύουμε σε μια ευρεία ανακατάταξη του κυβερνητικού σχηματισμού, που προσωπικά πιστεύω ότι θα εγκαινιάσει την εποχή της νέας κεντροαριστεράς με ηγέτη τον Τσίπρα. Οι ίδιοι μηχανισμοί σχηματίζουν σταδιακά και τη νέα κεντροδεξιά, ενώ σύντομα η Βουλή θα αποκαταστήσει την παλιά της μορφή και την αξιοπιστία της. Πράγματι, υπάρχουν παλινωδίες και υπαναχωρήσεις σε πολλές μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησαν επί Γεωργίου Παπανδρέου. Πράγματι η Διαύγεια βάλλεται, ενώ ο Καλλικράτης ξηλώνεται. Η οικογενειοκρατία επέστρεψε φανερά, στις πρώτες 100 μέρες του ΣΥΡΙΖΑ με διορισμούς ημετέρων και συγγενών των κυβερνώντων. Πράγματι ζούμε μια εποχή νέου λαϊκισμού που αντλεί ιδέες και προέλευση από τις σκοτεινές εποχές σταλινικών καθεστώτων και κόκκινης προπαγάνδας. Όμως θεωρώ ότι αυτά είναι σπαραγμοί του τέλους, τον επίλογο που θα οριστικοποιηθεί με την τελική συμφωνία Ελλάδα και Ευρώπης μετά τον Μάϊο.
Όμως θα ήθελα να σταθώ σε ένα άλλο θέμα που κατα τη γνώμη μου είναι το σημαντικό. Ασχέτως των εξελίξεων που θα δούμε σύντομα να ξεδιπλώνονται μπροστά μας. Ασχέτως της ελπίδας που θα δικαιωθεί ή της απογοήτευσης που ενδεχομένως να επικρατήσει. Είναι κάποια πράγματα που πρέπει όλοι μας να κρατήσουμε και να θυμόμαστε: Η Ελλάδα απέτυχε, διότι απέτυχε το μοντέλο διακυβέρνησης που εφαρμόστηκε σε αυτή, μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Το μοντέλο αυτό διακυβέρνησης, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ήταν κρατικοκεντρικό. Δηλαδή καθ' εικόνα και ομοίωση των κυβερνήσεων του Ανατολικού Μπλόκ, όπου ένα κεντρικό σύστημα γραφειοκρατίας με την απαραίτητη εναλλαγή προσώπων και σχηματισμών (ηγέτες και κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία) ορίζει και διευθύνει κάθε κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα της χώρας.
Αυτό το σύστημα, όση ασφάλεια και να προσφέρει, όσο έλεγχο και να προσφέρει, όση εξουσία και να προσφέρει στους άρχοντες, είναι πλέον ξεπερασμένο και πεπερασμένο. Αυτό το σύστημα εξυπηρέτησε κάποιες αναγκαιότητες μεταπολεμικές, που είχαν περισσότερο να κάνουν με τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδος σε σχέση με τα Βαλκάνια και τον κομμουνιστικό κίνδυνο, δηλαδή τα συμφέροντα της Βρετανίας και της Αμερικής στην περιοχή. Αυτό το σύστημα όμως, δεν εξυπηρετούσε ήδη από τη δεκαετία του '70 τα συμφέροντα της Ελλάδας που δεν μπορούσε να αναπτυχθεί ως δυτικό κράτος, κάτω από τον σφιχτό εναγγαλισμό του κρατικού ελέγχου. Δυτικό κράτος και δυτική δημοκρατία σημαίνουν ελεύθερες οικονομίες και ανοικτές κοινωνίες. Κάτι που αποδεχτήκαμε κατ΄αρχήν, υπογράφοντας αλλεπάλληλες συνθήκες προσχώρησης στην ΕΟΚ αρχικά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση στη συνέχεια. Άλλωστε όποιος διαβάσει τις καταστατικές αρχές ίδρυσης της ΕΕ θα συνειδητοποιήσει πως όλες αυτές οι περίφημες "μεταρρυθμίσεις" που διαβάζουμε ότι πρέπει να γίνουν, είναι ΠΡΟΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ για να μπορέσει κάποια χώρα να συμμετέχει ΙΣΟΤΙΜΑ στο χώρο του Ευρώ.
Τι πρέπει να γίνει λοιπόν? Πρέπει να παραδώσουμε τη χώρα "εις την Δύσιν" ή θα πρέπει η Ελλάδα "να ανήκει στους Έλληνες"? Η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Οι Έλληνες θεμελίωσαν πρώτοι τον δυτικό πολιτισμό, άρα εξορισμού οι Έλληνες ανήκοντας στην Ελλάδα, ανήκουν και στη Δύση. Το ερώτημα όμως είναι διττό. Σε ποιά Ελλάδα θέλουμε να ανήκουμε? Στην Ελλάδα του Ανατολικού Μπλόκ, του φόβου της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, των κλειστών οριζόντων και της διεθνους απομόνωνσης? Ή σε μια Ελλάδα μέλος της Ευρωπαικής Ένωσης δηλαδή μέτοχο σε μια κοινωνία πολιτισμένων εθνών που ασπάζονται κοινές αρχές δημοκρατικής διακυβέρνησης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων?
Έχω επανειλημμένως γράψει και το ξαναλέω. Η αλλαγή ανήκει στον Ελληνικό λαό. Δεν υπάρχουν αδιέξοδα όταν γνωρίζεις ποιός είναι ο δρόμος της προόδου και της αλήθειας. Μπορεί πρόσκαιρα να θολώνουν τα νερά κάποιες προτεραιότητες. Μπορεί πρόσκαιρα να αποπροσανατολιζόμαστε και να χάνουμε την κατεύθυνση μας. Όμως η πίστη και η θέληση του Ελληνικού λαού να συναντήσουν την πραγματική τους μοίρα, μια μοίρα αντάξια της ιστορίας και του πολιτισμού μας, μια μοίρα ΗΡΩΩΝ, θα επικρατήσουν στο τέλος και θα κόψουν τον "γόρδιο δεσμό" της περιόδου αυτής.
Μέχρι τότε, υπομονή και επιμονή. Η μάχη δίνεται καθημερινά σε κάθε μέτωπο.
Και όπως λένε και κάποιοι, "μετά το βαθύτερο σκοτάδι, ξημερώνει η φωτεινώτερη αυγή"
Καλημέρα μας
No comments:
Post a Comment