Monday, February 25, 2008

Κερί

25 φεβρουαρίου σημερα μια ηλιολουστη μερα
αργησα να σηκωθω οπως συνηθως,δεν εχω λογους πια να ερχομαι στη δουλεια πρωι,εχω βαρεθει να κοροϊδευω τον εαυτο μου πως ενδιαφερομαι
καθησα με το φρεντο στην κοκκινη καρεκλα κι αρχισα να σουλατσαρω στο διαδικτυο
διαβαζω μιας φιλης τα γενεθλια
διαβαζω ενος φιλου το θανατο
έχουμε καταντησει να συναντιομαστε μεσα απο bits και bytes
εχουμε φτιαξει μια ζωη πισω απο την οθονη,γιατι μπροστα απο αυτη δεν υπαρχει τιποτα πια
δε με χωραει το 3*3 που εργαζομαι
ο κοσμος γυρω μου ειναι πολυ χαρουμενος,ολοι εχουν τους λογους τους να ειναι χαρουμενοι
ψαχνω να βρω τα αιτια,που η ζωη ειναι τοσο πολυ διπροσωπη
το ενα κερι να φωτιζει μια τουρτα,και το αλλο κερι ν αναβει το καντηλακι μιας ψυχουλας
και η ζωη συνεχιζεται σαν καραβακι στο ποταμι του
και η αγαπη μου ειναι πολυ μακρια για να με ζεσταινουν τα λογια,χρειαζομαι την αγκαλια
το χειροτερο απ ολα,ειναι πως εχω αποδεχτει,οτι δε γινεται τιποτα
και δεν θελω να το σκεφτομαι αλλο
προτιμω απλα,να βλεπω το κερι να λυωνει αργα
καρφωμενο πανω στην αμμο των αναμνησεων

Sunday, February 10, 2008

Εκπέμπω SOS



Ο καπνος από το τσιγαρο κατρακυλαει πηχτος
Σα σταχτη στα πνευμονια
Ένα-δυο βηξιματα για να καθαρισει ο λαιμος
Μια γουλια καφε
Οσο φτανει το ματι ο οριζοντας
Όχι ο πραγματικος….ο νοητος…
Εδώ και χρονια η θεα απ το μπαλκονι μου είναι τα αλλα μπαλκονια μιας παλιας βρωμικης πολυκατοικιας στην οδο σινα
Οι υπολογιστες εχουν παρει φωτια…τα τηλεφωνα το ιδιο..
Φωνες χαρουμενες,φωνες βαριεστημενες,φωνες περιπαιχτικες….
Η καθημερινοτητα θαρρεις
Ποσα προσωπα πισω από τα απειρα μετρα καλωδια που μας ενωνουν
Ποσες εκφρασεις,ποσοι μορφασμοι
Το ζητουμενο το ιδιο
Εδώ και χρονια η μονη καλημερα που ακουω είναι η φωνη μου
Μεσα σε rest της εθνικης…σε καφετεριες…η ιδια φωνη
Όταν ριχνω λιγο νερο στο προσωπο μου
Το αξυριστο μουτρο μορφαζει πονεμενα…
Ειτε στον καθρεφτη…ειτε στην οθονη μπροστα
Εάν βαλω το χερι και ακουμπησω το κρυσταλλο της θα με νοιωσετε?
Εάν βαλετε κι εσεις τα χερια πανω στα πληκτρολογια θα γραψετε μαζι μου?
Θα γινουν τα δαχτυλα ολονων μας ένα χερι…να γραψει μια λεξη?
Εάν ολοι μαζι σκεφτουμε το ιδιο πραγμα θα γινει στ αληθεια?
Ειμαι εδώ..κι εσεις εκει…με ακουτε?
Το τηλεφωνο ξαναχτυπα…δεν είναι εκεινη που περιμενω
«κυριε Θ. μηπως μπορειτε….?»
Όχι Δε μπορω
Αναβω κι άλλο τσιγαρο…κι άλλη γουλια καφε
Καμμια φορα νομιζω ότι ο καφες είναι το μονο πραγμα που με ξυπναει
Και πινω λιτρα καφε μερα στη μερα…να ειμαι ξυπνιος..να περιμενω
Τι να περιμενω?
Ξερω κι εγω…..κατι….
Χωρις να περιμενεις κατι…τι νοημα εχει να ζεις?…ε?
Εισαι μαλλον ενας ακομα δακτυλογραφος μεσα σ ένα κουτι από τσιμεντο μεσα στο κεντρο της αθηνας
Απορροφημενος…σ αυτό που ειπε μια φιλη μου χτες…σ ένα άλλο κοσμο…..
Αυτή την ημερα εκπεμπω sos
Εχω υψωσει την κεραια πανω ψηλα από το κτιριο μου
Εχω απλωσει καλωδια και οπτικες ινες και περιμενω
Ποτε ο καθρεφτης θα μου χαρισει μια άλλη εκφραση…μια παραμορφωση
Λιγο να ομορφυνει κι αυτό το ιδιο το μαυρισμενο μουτρο
Εκπεμπω sos

Ανακατεύοντας την Αγάπη.



Κάθε φορα που γυριζω πισω κι ανακατευω τις αναμνησεις με τις σημερινες ειδησεις,κατι με πιανει
Εχω την ταση να εξωραϊζω το παρελθον και ν αποσυντονιζω το μελλον…πειραζει που ζω μεσα στις ψευδαισθησεις?
Πειραζει που προσπαθω να πεισω τον εαυτο μου ότι οι ανθρωποι, σε κάθε γωνια του λακου που ειμαστε χωμενοι,κρατουν στα χερια τους ψυχες –ακατεργαστα διαμαντια πολλων καρατιων- φωτεινες αναλαμπες και κεραυνους που σκιζουν την κάθε υποψια συννεφιας στα δυο?
Τι κι αν είναι στη νυχτα μεσα και τους βαφτιζει το ποτο και το τσιγαρο
Τι κι αν κελαηδουν από τα πρωτοξημερωτα κλαρακια, σαν καναρινια,κάθε πρωϊ,
Από την ιδια ουσια και την ιδια φθορα, ολοι να καταθεσουμε τις μαρτυριες μας εχουμε,τα τσακισμενα και τα φτιαγμενα μας
Ετσι κι εκεινο το βραδυ σ ένα καπνισμενο μπαρακι,σε μια πολη,με κατι κερασμενα ποτα,συναντησα την Αγαπη
Ηταν το αμορε ενός επιλοχια απ το Βορρα,ηταν η καψουρα του,το αχτι του,η καυλα του
Και ειχε σταξει πολλα στη μπαρα που ακουμπουσε τα μαλλια της
Πολλα λεφτα, πολλα ραβασακια,πολλα λογια και καθολου χαμενο χρονο
Την προσεξα απ την αρχη και μου κλεισε το ματι
Δεν ειχα να κερασω,δεν εβγαινα,τρακαρισα τον αλλον
«κοιτα τη την πουτανα πως χορευει…με ξετρελαινει» ξεφυσηξε στ αυτι μου αγκομαχωντας
αναψα τσιγαρο..κατι σκεφτομουν..ένα τηλεφωνημα από το μεσημερι…ειχα ξεσπασει 800 χιλιομετρα πιο κατω…μου ειχε στειλει ένα ηλεκτροσοκ κι ένα σεισμο μαζι..ηθελα να γλεντησω ρε πουστη…να ζησω
και την αρπαξα από τη μεση,ετσι ξερα,αντρικια,απελπισμενα
«γιατι αργησες?» μου φωναξε για να με τελειωσει
την εσφιξα,τη ζουληξα πανω μου,εβαλα τα χερια και το στομαχι μου πανω στη γυναικεια πλαστελινη του σωματος της
γιναμε ένα κουβαρι από χορο,δυο αναστεναρηδες που περπατουν πανω στα ιδια καρβουνα
με φιλησε
ναι ρε,το παραδεχομαι,μ εκανε κουρελι
εμενα τον αντρα με την καλη χωριστρα και το μαυρο φανελακι με το μανικι το γυριστο και τα τσιγαρα στην κωλοτσεπη
τον Ελβις της δυστυχιας
με ξεφτιλησε
κι όλα μετα ειχαν αλλαξει..και τον καταλαβα τι εννοουσε ,όταν αγκομαχουσε στ αυτι μου,ο δολιος επιλοχιας
και ηθελα κι άλλο…κι άλλο..κι άλλο..ν αποδειξω ότι δεν ηξερα τι θα πει γυναικα μεχρι εκεινη τη στιγμη..να φωναξω 800 χλμ πιο κατω..ότι σ εχω ξεχασει…ότι σ εχω προδωσει…ότι ειμαι καλα…ότι ζητω παρηγορια για να μη σε ζηταω κάθε στιγμη
κι άλλο…κι άλλο..φιλησε με παντου στο προσωπο…παντου στο σωμα..κρατα τη θεση μου ζεστη στη μπαρα..φερε μου να πιω κι άλλο μεχρι το στομα μου να μη μιλαει άλλο από τη σιχασια..
και τα ονομα της..τι ειρωνια…
σ ένα χαρτακι με το τηλεφωνο,μες το αριστερο μου χερι…γιατι ειχε πια ξημερωσει και το καταστημα Δε σηκωνε άλλες εντασεις
φανερες ,κρυμενες,εγχρωμες η μονοχρωμες ,μοναχικες η με παρεα
παντοτε διχασμενος ημουνα,με το κεφαλι σκυμενο εφευγα,δεν ειχα κοτσια ν αντισταθω,να παω κοντρα
παντοτε μια βαρκα που παει περα δωθε σ ένα αγνωστο ρεμα,ηταν το βλεμμα μου,μια τυφλη ελπιδα
και με ξεφτιλησε η Αγαπη
μου δωσε σαρκα και οστα…μου δειξε ένα δρομο..αληθινο…οσο τα χειλη και το κορμι της μεσα σ ένα λαμε φουστανι φωλιασμενο..
οσο η μυρωδια και τα αγκομαχητο του φιλου και εχθρου μου επιλοχια

φυγαμε βιαστικα..και δεν ξαναγυρισαμε

μετα ξημερωσε την πηρα τηλεφωνο,τσακωθηκαμε και δεν ξαναειδωθηκαμε

ακομα όμως σκεφτομαι ,είναι κοντα η γιορτη της ,
ότι με περιμενει σ εκεινο το μπαρ,σ εκεινη την πολη,με τα μαλλια χυμενα στο λαιμο μου,κατι ακομα να μου μαθει…κατι ακομα να γραψει πανω στο δερμα μου…κι ανατριχιαζω…κι αλλαζω θεμα…και κανω πως χαμογελαω με καποιο αστειο μεχρι να φυγει από το λαρυγγι ο κομπος…να το ξεχασω…
λιγο ακομα υπομονη

θα ξημερωσει παλι…

και τα ονομα της Δε θα ναι πια Αγαπη

θα είναι Ζωη…

My 2 cents



εβαλε κρυο μπολικο χτες,κατι εντελως αναπαντεχο,οπως αναπαντεχη ηταν κι εκεινη η προσκληση για καφε
ειχα μαθημα μεχρι τις 8.10 αλλα-φυσικα-την κοπανησα ,σαν καλος μαθητης ετων 31
η προσεκτικη επιλογη των ρουχων μου,ενα διατρητο πρασινο μπλουζακι κι ενα κρανος γεματο αεραγωγους,απετρεψαν τις σκεψεις για ενα χαρουμενο απογευμα με θεα την παραλιακη,μιας και ηδη στη στροφη της κηφισιας το εσωτερικο μου θερμομετρο εδειχνε αλασκα και πιγκουινους
το παλιοπαπο με την πεσμενη συμπιεση λογω ελατηριων δουλευε υποδειγματικα φλερταροντας με το οριο των 80χαω,κι εγω σαν αιλουρος με λουμπαγκο λογω τεραστιου σαγκ στα τελειωμενα αμορτισερια,βαζω αλλη μια πινελια υψηλης οδηγικης αισθητικης παρεμβασης στους δρομους της πολης
ας περασω κι απο την τραπεζα να παρω κανα φραγκο,καφε θα πιουμε,να μην εχω να κερασω?
ετσι κι αλλιως το κινητο μου μπαταρια δεν εχει,αρα οσοι με κυνηγανε γιατι χρωσταω,απλα θα μεινουν απεξω απ το χορο για σημερα
η γλυκια αναμονη κατω απο το γραφειο της, συνοδεια παραδοσιακου τσιγαρου, τελειωσε μολις ξεπροβαλε ενα λαμπερο χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια εισοδο
-ωραια λεω,μπορει καφες,μπορει και ποτο-
κανει κρυο,μου λεει-το ξερω της λεω,σφιξου πανω μου να ζεσταθεις
κινηση μηδεν στο κεντρο,ραθυμα τα ταξι ψαχνουν πελατες,οι γκομενες με τα κινητα στα καμπριο κλεισανε τις κουκουλες,οι ενζενι απλωσανε αλλη μια στρωση ζελε στο ηδη λαδωμενο μαλλι,οι τουριστες κατακοκκινοι ασορτι με τα σορτσακια τους,η ακροπολη στη θεση της....μπααααα....συμπτωση θα ναι...τετοια ωραια μερα να πεφτει στα κεφαλια μας..και στις καρδιες μας
διασχιζω την αθηνα και βγαινω προς τα νοτια
καπου λεμε να καταληξουμε,καπου να ξαποστασουμε,ειμαστε ηδη ενα μισαωρο πανω στην παπια,ο κωλος μας εγινε παλι τσαλακωμενη χαρτοσακουλα,πρεπει να στρωσει,και παμε για φαγητο
τελικα το φαγητο για μια γυναικα αποτελει επιτομη της ανδρικης περιποιησης,και οσο καλυτερο το εστιατοριο,οσο πιο επιδεξιες οι υποκλισεις του μαιτρ,τοσο ανεβαινουν οι μετοχες του καθενος μας στα ματια της συνοδου του,ειδικα αν για επιδορπιο εχουμε κατι γλυκο αλλα με λιγα λιπαρα
δεν ηταν μια τετοια περισταση,καθε αλλοο μαιτρ ηταν γυναικα και η συνοδος μου προβληματισμενη
απλωνω το χοντροχερο μου,το ροζιασμενο απο τη μ.....,και της πιανω το λεπτεπιλεπτο λευκο και αρωματισμενο χερακι-τι εχεις μωρο μου (σάλια)?-τι σε απασχολει (διπλα σάλια)?-μπορεις να μου μιλησεις,ειμαι εδω για σενα (ξανα σάλια με δοση γευσης δηλητηριωδους μανιταριου)
-ξερεις,θελω να χωρισουμε
-...........-
το λογαριασμο παρακαλω
οτι ειχα αναλαβει 40 ευρω απο την τραπεζα και στην τσεπη επεστρεψαν τα 2
παλι καλα που δεν εμειναν 3,γρουσουζικος αριθμος για εναν ανδρα,οπως θα ξερετε κι εσεις
κι οχι μονο αυτο αλλα το φαγητο δεν ητανε καλο,οπως δεν ηταν καλη και η εξελιξη της κουβεντας
αλλα επειδη ο τζεντλεμαν ο σωστος παντοτε αυτος πληρωνει στο τελος,ειτε σε χρημα,ειτε σε αξιοπρεπεια,ειτε απλα σε ατυχια,αποφασισα να σφιξω τα δοντια και να την ακουσω
και ειχε δικιο σε πολλα
οσο περνουσε η ωρα τοσο τ αυτια κατεβαιναν πιο χαμηλα,το μετωπο το ιδιο,τα ματια βαραιναν,η διαθεση το ιδιο,καθολου ειλικρινες εκεινο το χαμογελο μεσα απ τη τζαμενια πορτα πριν κανα δυωρο,καμμια δικαιολογια για timing,καμμια διεξοδος διαφυγης απο το γυναικειο λαϊκο δικαστηριο και το μαρτυριο του στοματος-ραπτομηχανη-τσεκουρι ακονισμενο
-ενταξει,σωστα τα λες,παμε να φυγουμε τωρα?
-παμε
το κρυο ακομα πιο τσουχτερο,δεν παλευεται,εστω κι αν το σπιτι της ειναι λιγα μερικα χιλιομετρα πιο περα
εκεινη κρυωνει περισσοτερο,εμ βεβαια,τοσες κρυαδες πεταξε πριν λιγο,καποια παγομηχανη θα λειτουργει κρυφα μες το μυαλο της,αρα εκδικηση για μενα να υποφερει λιγο,να νοιωσει το πετσι της λιγο απελπισια,λιγο χειμωνα,λιγο νοτια που ξυριζει τετοια ωρα στην παραλιακη
σφιγγεται πανω μου,φωναζει,με χτυπαει στην πλατη,με πιανει το φιλοτιμο,σταματαμε
βγαζω ενα t-shirt που εχω στο βαλιτσακι,της το δινω να χουχουλιασει λιγακι,και ξαναφευγουμε
τρωω αερα στο στηθος εχω ξυλιασει κι εγω αλλα δε σταματω να οδηγω κορδωμενος
κι εκεινη τυλιγμενη πισω μου,σ ενα κομματι σκληρη και αβολη σελα,μ εχει αγκαλιασει οπως ποτε δεν εκανε,οπως ποτε δεν θελησε
και το παπι ρολαρει βαριεστημενα στη βουλιαγμενης,τα αυτοκινητα περνουν ξυστα απο διπλα μου βρεχοντας με με νερα,κατι κοριτσια σε μια σταση περιμενουν το λεωφορειο,η πολη βασιλευει,βαζει τις πυτζαμες της για να ξυπνησει το αλλο πρωι χορτατη με ονειρακι εγω ευτυχισμενος,πολυ ευτυχισμενος,που εστω και στο τελος ζω μαζι της μια στιγμη στενης επαφης,αναγκης κι αλληλεξαρτησης,ετσι οπως παντα το φανταζομουν
το σπιτι της μια πολυκατοικια τεραστια βγαλεμενη μεσα απο βιβλιο του καφκα,και τα μαλλια της σαν τρικυμια στο καβοντορο,θελει να με αποχαιρετισει,να με καληνυχτισει μ ενα φιλι,δεν την αφηνω
κανει να βγαλει το μπλουζακι να μου το δωσει,δεν το δεχομαι-κρατα κατι δικο μου ρε συ ,λεω με ειρωνια-εχω και αλλα δικα σου,μου αντιγυριζει
δεν την παλευω τη φαση,σφιγγω τα δοντια,κανει και ψυχρα ισαμε δεκα βαθμους αγιαζι
χωριζουμε,ο καθενας τη ζωη του,το δρομο του,την επιλογη του ρε φιλε,ετσι οπως λενε σημερα οι ανθρωποι
ειμαστε οι επιλογες μας,σκατα και σαχλαμαρες,επιλογες δεν κανουνε οι ανθρωποι σημερα,απλα κρυβομαστε απο τον εαυτο μας,κοροιδευομαστε,λεμε ανεκδοτα ο ενας στον αλλον για να μην πληγωνομαστε,να μη χαιρομαστε πολυ και ενοχλουμε τους σοβαρους,να μη γινομαστε ακραιοι,ουτε πιεστικοι
να ειμαστε-πως το λενε-ευρωπαιοι,πολιτισμενοι και υπερηφανα αποτυχημενοι,καταραμενο κοσμοπολιταν
λιγο πιο κατω μενω απο βενζινη,ευτυχως εχει αντλια στα 200 μετρα και σπρωχνω,το κερασακι στην τουρτα
ανοιγω το καπακι-ποσο να ριξω ρε μεγαλε μεσα?κανω ετσι την τσεπη μου,βρισκω τα ψιλα-δυο ευρω ρε φιλε,τα ρεστα μου
μισογεμιζω το μοντενας,δινω και μια μιση μιζια,βαζω και φωτα,κουρσαρος τελικα,τρεκλιζοντας δεξια κι αριστερα μεχρι να βρω τη γνωριμη παλατζα,και φευγω φουριοζος απο το βενζιναδικο να παω σπιτι
ευτυχως απ ολη τη βραδια μου περισεψε και το διφραγκο αλλιως θα εμενα εδω ολη τη νυχτα
μηδεν στο ισολογισμο,μηδεν και στο συναισθημα
ειναι κατι τετοιες αδειες περιστασεις που μαλλον ο αντρας γινεται σοφοτερος,ξανα χαμενος πανω σ ενα διτροχο φιλαρακι να μετραει τη ζωη και τις σκεψεις του μ ενα χαρακακι μεγαλυτερο,πιο δυνατο,πιο ακαμπτο
δε βαριεσαι,ετσι κι αλλιως,μια συνηθεια ειναι κι αυτο,μια αποφαση
και μετα απο λιγο η ζωη θα ξαναπαρει το ρυθμο της
οπως γινεται παντα,και οπως γινεται παντα ολα θα ξεχαστουν κατω απο εναν ηλιο καυτο καλοκαιρινο,μεσα σε μια θαλασσα γλυκεια και αλμυρη μαζι,μεσα σε καποιο δασος με δεντρα ψηλα και σκιερα
φτανει που μεινανε εκεινα τα δυο ευρω-my 2 cents-για να συνεχισω το δρομο μου